Κρασνογιάρσκ

Κρασνογιάρσκ
(Krasnoyarsk). Πόλη (867.300 κάτ. το 2003) της Ρωσίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (710.000 τ. χλμ., 3.015.300 κάτ. το 2002). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Γενισέι, κοντά στη συμβολή του με τον ποταμό Κατσά. Είναι η μεγαλύτερη πόλη της νότιας Σιβηρίας, το κυριότερο βιομηχανικό και εμπορικό της κέντρο, καθώς και σημαντικός συγκοινωνιακός κόμβος. Στην πόλη λειτουργούν εργοστάσια βαριάς βιομηχανίας μηχανοκατασκευών, συγκρότημα χαρτοβιομηχανίας και ναυπηγεία. Επίσης διαθέτει πολλά ανώτερα ιδρύματα. Στο Κ. βρίσκεται το Μουσείο και Ιστορικό Κέντρο Κ., το οποίο εγκαινιάστηκε το 1987 και θεωρείται ο πολιτιστικός πυρήνας της νότιας Σιβηρίας. Κοντά στο Κ. βρίσκεται και ο εθνικός δρυμός Στόλμπι. Ιστορία. Αρχικά το Κ. ήταν στρατιωτικό φρούριο με την ονομασία Κράσνι (1628) και αργότερα μετονομάστηκε σε Κράσνι Γιαρ. Την περίοδο 1695-98, όταν το Κ. είχε διαμορφωθεί ως πόλη, εκδηλώθηκε εξέγερση εναντίον των φεουδαρχών. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, η εξόρυξη χρυσού και η κατασκευή του Υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου που διερχόταν από την πόλη συνετέλεσαν στη γρήγορη ανάπτυξή της. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1917 στο Κ. εκτοπίζονταν οι πολιτικοί εξόριστοι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Γενισέι — (Yenisei). Ποταμός (4.092 χλμ.) της ανατολικής Ρωσίας, στη Σιβηρία, ένας από τους μεγαλύτερους του κόσμου. Πηγάζει από τα βουνά Σαγιάν της επαρχίας Τούβα, ρέει με κατεύθυνση προς τα Β και εκβάλλει στη θάλασσα Κάρα του Αρκτικού ωκεανού. Ο… …   Dictionary of Greek

  • Αγκαρά ή Ανγκαρά — Ποταμός (1.799 χλμ.) της Σιβηρίας. Διαρρέει την περιοχή του Ιρκούτσκ και την ακραία περιοχή του Κρασνογιάρσκ. Πηγάζει από το ΝΔ άκρο της λίμνης Βαϊκάλης και είναι δεξιός παραπόταμος του ποταμού Γιενισέι. Ο ποταμός είναι πλωτός από το Ιρκούτσκ έως …   Dictionary of Greek

  • Εβένκια — (Evenkija). Αυτόνομη περιοχή (767.600 τ. χλμ., 16.700 κάτ. το 2002) της Ρωσίας. Ιδρύθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1930 και το 1977 έγινε αυτόνομη περιοχή. Βρίσκεται στα κεντρικά σιβηρικά οροπέδια, καταλαμβάνει ολόκληρο το κεντρικό τμήμα της περιφέρειας …   Dictionary of Greek

  • Σούρικοφ, Βασίλι Ιβάνοβιτς — Ρώσος ζωγράφος (Κράσνογιαρσκ 1848 Μόσχα 1916). Αφού συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Ακαδημία της Πετρούπολης, εγκαταστάθηκε οριστικά στη Μόσχα (1877). Ήταν μέλος της ομάδας των «Πλανόδιων» και θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της.… …   Dictionary of Greek

  • Ταϊμίρ — Αυτόνομη περιοχή στη Δημοκρατία της Ρωσίας (έκταση 862.100 τ. χλμ., κάτ. 55.000). Βρίσκεται στην περιοχή του Κρασνογιάρσκ. Πρωτεύουσα είναι η Ντουντίνκα. Βασικοί τομείς της οικονομίας της είναι η εξορυκτική βιομηχανία, η εκτροφή ταράνδων και το… …   Dictionary of Greek

  • Υπερσιβηρικός σιδηρόδρομος — Η μεγαλύτερη σιδηροδρομική αρτηρία του κόσμου (9.337 χλμ.) που συνδέει τη Μόσχα με το Βλαδιβοστόκ, το μεγαλύτερο ρώσικο λιμάνι στον Ειρηνικό, διασχίζοντας τη Σιβηρία. Kάνοντας χρήση του ηλεκτρισμού στο μεγαλύτερο τμήμα του, ο Υ. αρθρώνεται αρχικά …   Dictionary of Greek

  • Χακασία — Αυτόνομη περιοχή στη Δημοκρατία της Ρωσίας. Ιδρύθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1930 και βρίσκεται στην περιοχή του Κρασνογιάρσκ (61.900 τ. χλμ., 569.000 κάτ.). Πρωτεύουσα είναι το Αμπακάν (154.000 κάτ.). Η X. έχει εξορυκτική βιομηχανία (λιθάνθρακες,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”